Ένας “Φοίνικας” στο κέντρο της πόλης
Αναφερόμαστε στον διάκοσμο ενός ψηφιδωτού του 4ου αιώνα, το οποίο ανακαλύφθηκε κατά τις εργασίες κατασκευής του μετρό στη θέση “Σιντριβάνι” από την 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (ΕΒΑ).
Η επικεφαλής της έρευνας Μελίνα Παϊσίδου παρουσίασε τα σχετικά στοιχεία κατά τη χθεσινή μέρα της 24ης Συνάντησης για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη (ΑΕΜΘ), η οποία ολοκληρώνεται σήμερα στην παλαιά Φιλοσοφική σχολή του ΑΠΘ.
“Από τις εικόνες των πουλιών που πετούν γύρω από τον Φοίνικα διατηρούνται τα επτά, πέντε από αριστερά και δύο από δεξιά. Εικάζουμε ότι θα ήταν ανά έξι και προτείνουμε την αποκατάσταση με δώδεκα πουλιά και την αλληγορική απεικόνιση του Χριστού-Φοίνικα με τους αποστόλους-πουλιά”, ανέφερε η αρχαιολόγος.
Το ψηφιδωτό βρέθηκε στον χώρο όπου ανακαλύφθηκε προ καιρού κοιμητηριακή βασιλική (μέσα 5ου αιώνα), από τις παλαιότερες (αν όχι η παλαιότερη) της πόλης. Συγκεκριμένα, ήρθε στο φως όταν έγινε η απόσπαση του υποστρώματος του μαρμαροθετήματος του βήματος του ναού. Σε πλαίσιο από τρίχρωμο πλοχμό εικονίζεται σε λευκό κάμπο θέμα με κλιματίδα. Στο κέντρο δεσπόζει ο Φοίνικας. “Ο συμβολισμός του θέματος είναι διπλός: η αθανασία και η αφθαρσία, που συμβολίζεται από τον Φοίνικα, κερδίζεται διά της Θείας Ευχαριστίας, που συμβολίζεται από την κλιματίδα. Το φιλολογικό και ευχαριστιακό θέμα αρμόζει στον κοιμητηριακό και ευχαριστιακό χαρακτήρα του χώρου. Η σύνθεση είναι μοναδική για τη Θεσσαλονίκη, αλλά ο Φοίνικας απαντάται και στον τρούλο της Ροτόντας” συμπλήρωσε η αρχαιολόγος.
Δύο φάσεις ζωής
Το ενδιαφέρον της ανασκαφής είναι διπλό. Παράλληλα με το ψηφιδωτό οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν ότι η βασιλική είχε δύο φάσεις λειτουργίας, αντί για μία που γνωρίζαμε μέχρι χθες. Το κτίσμα αποτέλεσε λατρευτική θέση με κτιριακές φάσεις και εξέλιξη από τα τέλη του 4ου έως τον 7ο αιώνα. Αρχικά φαίνεται πως αναπτύχθηκε ένας επιμήκης μονόχωρος λατρευτικός οίκος του 4ου αιώνα (ο αρχαιότερος ευκτήριος οίκος της Θεσσαλονίκης), συνδεδεμένος με δύο συστάδες καμαροσκεπών τάφων και πιθανώς με θέση μαρτυρίου. Ο χώρος καλύφθηκε με ψηφιδωτό δάπεδο. Στη διάρκεια του 5ου αιώνα ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε προς βόρεια και νότια, μετατρεπόμενος σε τρίκλιτη βασιλική με κόγχη, σύνθρονο και υπερυψωμένο ιερό βήμα. Στο νότιο κλίτος συμπεριλαμβάνονται οι δύο συστάδες των καμαροσκεπών τάφων. Το ιερό βήμα και το κεντρικό κλίτος καλύπτονται με μαρμαροθέτημα, το βόρειο κλίτος με πλίνθινες πλάκες και το νότιο με κονίαμα. Ο ναός αυτός γνώρισε δύο φάσεις, λοιπόν, και μετά από καταστροφή, πιθανώς τον 7ο αιώνα, ανακαινίστηκε εκ νέου σε απλούστερη μορφή. Η συνολική διάρκεια ζωής του δεν υπερβαίνει τον 8ο-9ο αιώνα, οπότε και εγκαταλείφθηκε.
Ταφικά έθιμα
Ολοένα και περισσότερα στοιχεία για τα ταφικά έθιμα των προγόνων μας ανασύρονται από τα έγκατα της Θεσσαλονίκης. Όπως ανέφερε στο ΑΕΜΘ η προϊσταμένη της 16ης Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (ΕΠΚΑ) Λίλιαν Αχειλαρά, περισσότερα από 8.500 αντικείμενα (3ος αιώνας π.Χ.-4ος αιώνας μ.Χ.) ήρθαν στο φως από το 2007 μέχρι σήμερα, με αφορμή τις εργασίες κατασκευής του μετρό. Το 2010, μάλιστα, όπως αναφέρει η κ. Αχειλαρά, μεταξύ άλλων ανακαλύφθηκε “ένα ακόμα τμήμα της δυτικής νεκρόπολης σε έκταση 750 τ.μ. στη θέση ‘Νέος σιδηροδρομικός σταθμός’, που αφορά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο. Από τους 48 ελληνιστικούς τάφους οι 45 ήταν κτερισμένοι με προσωπικά αντικείμενα των νεκρών ή με δώρα συγγενών και φίλων, ενώ στο τμήμα της μεταγενέστερης ρωμαϊκής περιόδου ερευνήθηκαν 31 τάφοι με ανάλογα κτερίσματα, σε έναν μάλιστα εντοπίστηκε και ταφή σκύλου”. Στο δυτικό νεκροταφείο, πάλι, εκεί όπου θα κατασκευαστεί η διακλάδωση προς Σταυρούπολη του σταθμού ‘Δημοκρατίας’, ξεχωρίζουν ανάμεσα στα ευρήματα μία μαρμάρινη, ορθογώνια, μονολιθική σαρκοφάγος με ανάγλυφη παράσταση ήρωα ιππέα και μία μαρμάρινη ορθογώνια λάρνακα με ανάγλυφη εξωτερική διακόσμηση με γιρλάντες, άνθη, γυμνούς Έρωτες και Νίκες, καθώς και καλύψεις μαρμάρινων σαρκοφάγων και τμήματα επιτύμβιων στηλών με επιγραφές ονομάτων των νεκρών στα ελληνικά και λατινικά”.
Λιοντάρια στη Θεσσαλονίκη!
Φαντάζει απίθανο να δει κάποιος σήμερα λιοντάρι στην Ελλάδα. Ωστόσο κατά την Εποχή του Χαλκού, κυκλοφορούσαν στη Θεσσαλονίκη, και συγκεκριμένα στην Τούμπα! Η ανακοίνωση της ομάδας του αρχαιολόγου Στέλιου Ανδρέου, που παρουσιάστηκε στο ΑΕΜΘ σχετικά με τις στρατηγικές διαχείρισης και κατανάλωσης των ζώων στον οικισμό κατά τη Μέση και Ύστερη Εποχή του Χαλκού, περιελάμβανε ενδιαφέροντα στοιχεία. Πρώτα απ’ όλα, οι κάτοικοι της περιοχής αντλούσαν την τροφή τους από δεκαπέντε είδη ζώων, με σαφή υπεροχή των οικόσιτων σε ποσοστό 94%. Μεταξύ τους, την υψηλότερη αντιπροσώπευση συγκέντρωναν τα αιγοπρόβατα, ενώ στα άγρια ζώα, που ζούσαν γύρω τους και δεν ξεπερνούσαν το 6%, αντιπροσωπεύονται ο λαγός, η αλεπού, ο λύκος, ο αγριόχοιρος, το ελάφι, το πλατώνι, το ζαρκάδι, το bos primigenius (πρόγονος του βούβαλου), ακόμη και το λιοντάρι! Βέβαια, στα τρία οστά λιονταριού που εντοπίστηκαν στην Τούμπα απουσιάζουν εντελώς τα ίχνη τροφοπαρασκευής και κατανάλωσής του, οπότε αυτό είτε είναι τυχαίο είτε σημαίνει ότι το ζώο αυτό δεν καταναλωνόταν. Μάλιστα, είναι πιθανό τα οστά του λιονταριού να ήταν φορτισμένα συμβολικά και η επίδειξή τους να προσέδιδε κύρος και δύναμη στον κάτοχό τους.