Το μετρό της Θεσσαλονίκης κορυφή του παγόβουνου της αναξιοπιστίας
Voria.gr, 26.10.2014
Του Τάσου Τασιούλα
Η τραγική ιστορία του έργου που έχει μετατραπεί σε φετίχ για τη Θεσσαλονίκη – Το γαϊτανάκι ευθυνών τυλίγει μέχρι πνιγμού το πολεοδομικό συγκρότημα που βουλιάζει στα κυκλοφοριακά προβλήματά του. Γράφει ο Τάσος Τασιούλας
Οι τελευταίες εξελίξεις στην τραγική ιστορία του μετρό της Θεσσαλονίκης ήταν σχεδόν σε όλους αναμενόμενες. Το μόνο μη αναμενόμενο φαίνεται τελικά να είναι το ίδιο το έργο, που έχει μετατραπεί σε φετίχ για τη Θεσσαλονίκη. Ο ένας αρμόδιος επιρρίπτει ευθύνες στον άλλο και το γαϊτανάκι αυτό τυλίγει μέχρι πνιγμού ένα πολεοδομικό συγκρότημα που βουλιάζει στα κυκλοφοριακά προβλήματά του.
Η σύμβαση κατασκευής του μετρό ήταν έτσι κι αλλιώς προβληματική. Στην πρεμούρα τους οι τότε κυβερνώντες να ξεκινήσουν το έργο (οι λόγοι είναι ευνόητοι) έκαναν μια διάτρητη σύμβαση, με αποτέλεσμα στα επόμενα χρόνια να ανακύπτουν διαρκώς προβλήματα. Και στα πολλά χρόνια από τότε όμως κανείς δε φρόντισε (το χρόνο τον είχαν) να βελτιώσει τα πράγματα για να μη φτάσουμε στο σημερινό «αδιέξοδο».
Σήμερα, ο ανάδοχος απειλεί με αποχώρηση, ο εποπτεύων φορέας και η κυβέρνηση μάς λένε να μην ανησυχούμε και πως το έργο μπορεί να συνεχιστεί με τον ίδιο ή με κάποιον άλλο κατασκευαστή και άλλα τέτοια… όμορφα, που προοιωνίζονται –τι άλλο- νέες καθυστερήσεις στην παράδοση της βασικής γραμμής. Υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχουμε μετρό από το τέλος του 2012 (έπειτα από πολλές άλλες ενδιάμεσες χρονολογίες), είμαστε δυο χρόνια μετά και με τις καλύτερες προβλέψεις θα αποκτήσουμε το συγκεκριμένο μέσο το 2018…
Στη Θεσσαλονίκη μάθαμε να ζούμε με ένα έργο φάντασμα. Ακόμη κι αν ξεχάσουμε τις δεκαετίες συζήτησης για το συγκεκριμένο έργο, από την ημέρα της έναρξης κατασκευής του μετρό κοντεύει ήδη να περάσει μια δεκαετία. Πλέον όμως, έπειτα από τόσα και τόσα δεινά, η διακοπή των εργασιών θα σημάνει την πλήρη απαξίωση του έργου και την πλήρη απαξίωση όσων ενεπλάκησαν στην κατασκευή του εκουσίως ή ακουσίως.
Αυτό ισχύει για τους πολίτες κι ας μη γελιούνται όσοι θεωρούν ότι δεν είναι στο κάδρο των ευθυνών (σε ορισμένες περιπτώσεις και δικαίως). Η λογική των Θεσσαλονικέων θα είναι ισοπεδωτική. Και οι πολίτες δε θα έχουν άδικο να βάλουν άπαντες στο ίδιο τσουβάλι. Η κοροϊδία που έχουν υποστεί δεν έχει αντίτιμο, είναι το ακαταμάχητο επιχείρημα.
Ο εμπαιγμός από όλους είναι δεδομένος. Οι κυβερνήσεις αποδείχτηκαν ανίκανες να υλοποιήσουν ένα συγκοινωνιακό έργο και μας έχουν πουλήσει φούμαρα (για το χρόνο ολοκλήρωσης, για το κόστος του έργου, για τις καθυστερήσεις, για τα προβλήματα, για τη διάθεση κτλ.) διαχρονικά. Οι μελετητές θα έπρεπε να έχουν κρυφτεί.
Εκείνοι που υπέγραψαν αυτή τη διάτρητη και ανέφικτη σύμβαση θα έπρεπε να μη μιλούν. Η «Αττικό Μετρό ΑΕ» θα έπρεπε να έχει καταγγείλει όλα τα προβλήματα αν σήμερα θέλει να μην αποτελεί τον αποδιοπομπαίο τράγο, θα έπρεπε να επιτρέψει τη διοίκηση του έργου από τη Θεσσαλονίκη, κάτι για το οποίο είχε προειδοποιηθεί πολλάκις στο παρελθόν. Οι κατασκευαστές θα έπρεπε να σκύψουν το κεφάλι και να εργαστούν, διεκδικώντας προφανώς τα νόμιμα, χωρίς όμως να ψάχνουν τρόπους για να φορτωθούν άλλοι το βάρος της αδυναμίας υλοποίησης. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση θα έπρεπε να ντρέπεται γι’ αυτό το κατάντημα της πόλης και για την αδυναμία της να έχει αποφασιστικό και παρεμβατικό ρόλο στην εξέλιξη του σημαντικότερου έργου υποδομής στο πολεοδομικό συγκρότημα.
Δυστυχώς, αναγκάζομαι κι εγώ να τσουβαλιάσω τους πάντες, διότι βλέπω νέες «παρατάσεις» στην ολοκλήρωση του μετρό, ενός έργου που κάθε λίγο μένει μετέωρο και για να υλοποιηθεί χρειάζονται συνεχώς συμπληρωματικές συμβάσεις. Για τέτοιες συμβάσεις σέρνει τη χώρα μας (κυβερνήσεις, δήμους και γενικά φορείς) η Ευρωπαϊκή Ένωση κάθε λίγο στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Για την αφερεγγυότητα ή για τη δολιότητα των συμπληρωματικών συμβάσεων, που αποτελεί γάγγραινα για τη σύγχρονη Ελλάδα ή σε πολλές περιπτώσεις τη μεγάλη ευκαιρία για να πλουτίσουν συγκεκριμένα συμφέροντα.
Ελάχιστοι φορείς μπορούν να υπερηφανευθούν ότι έχουν αναθέσει έργα, τα οποία εκτελέστηκαν εντός του προβλεπόμενου συμβατικού χρόνου και κόστισαν ακριβώς όσο προέβλεπε η σύμβασή τους. Αντιθέτως, στις περισσότερες περιπτώσεις –ειδικά μεγάλου προϋπολογισμού έργων- οι ανάδοχοι (αυτοί που στις δημοπρατήσεις έδιναν κάποτε εκπτώσεις μέχρι και 70%!) είτε καθυστερούν να παραδώσουν τα έργα, είτε απαιτούν περισσότερα χρήματα για να τα ολοκληρώσουν συγκριτικά με το ποσό της σύμβασης, είτε παραδίδουν τα έργα κακοκατασκευασμένα ή ημιτελή ή πρόχειρα. Το μετρό της Θεσσαλονίκης είναι η κορυφή του παγόβουνου.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των επεκτάσεων των σχεδίων πόλης επίσης, που είναι και πανελλαδικό. Η Κομισιόν είναι έτοιμη να στείλει τη χώρα μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, επειδή διαπίστωσε πως συγκεκριμένοι ανάδοχοι έπαιρναν με διαγωνισμό την επέκταση του σχεδίου μιας πόλης σε συγκεκριμένη έκταση και αργότερα γίνονταν διαρκώς συμπληρωματικές συμβάσεις, έμπαιναν κι άλλες εκτάσεις στο σχέδιο πόλης, τις μελέτες τις έκανε ο ίδιος ανάδοχος, που έπαιρνε ακόμη περισσότερα χρήματα (μιλάμε για δυσθεώρητα ποσά)… Το «πάρτι» αφορά σε πολλούς δήμους της χώρας και σε πολύ συγκεκριμένους αναδόχους. Στην περιοχή μας είναι μάλιστα ελάχιστοι. Κι αντί όλο αυτό το σαθρό σύστημα να το εντοπίσουμε εμείς, η… συντεταγμένη Πολιτεία, και να το σταματήσουμε, φροντίσαμε να το διαιωνίσουμε, να το επεκτείνουμε και τελικά να μας τραβούν σήμερα το αυτί οι Ευρωπαίοι. Και ο ένας να ρίχνει τις ευθύνες στον άλλο.
Πού θα φτάσει αυτή η υπόθεση (την οποία εδώ τη βαφτίσαμε και ως υπόθεση της… Βόλβης, παρότι αφορά σε τέσσερις δήμους και ανεβάζει τη θερμοκρασία όποτε ανακινείται ειδικά στο δήμο της Θεσσαλονίκης…) δεν μπορώ να το γνωρίζω. Μακάρι όλα να έχουν γίνει νομίμως και να μην υπάρχει τίποτα το μεμπτό. Έτσι κι αλλιώς αναγκαστήκαμε ως χώρα να στείλουμε την απάντησή μας στη δεύτερη αιτιολογημένη γνώμη και πλέον περιμένουμε τα νέα από τις… Βρυξέλλες. Η δε απάντηση ήταν… αριστοτεχνική.
Εκείνοι που την πληρώνουν από τέτοια κενά (sic!) είμαστε όλοι εμείς και φυσικά η χώρα. Οι πολίτες έχουν δίκιο να θεωρούν όλους όσοι έχουν κάποια εξουσία αφερέγγυους. Το μετρό της Θεσσαλονίκης και οι πολλές άλλες παρόμοιες υποθέσεις καταργούν κάθε σκέψη περί συμπτώσεων. Στα δικά μου τα μάτια δεν είναι καν ζήτημα ανικανότητας. Και αυτό είναι που θα πρέπει να μας προβληματίσει περισσότερο κι από τις ίδιες τις υποθέσεις. Αν δεν είναι σύμπτωση, αν δεν είναι άγνοια, αν δεν είναι ανικανότητα, τότε τι είναι;