Τα αρχαία του μετρό πάνε… Παύλου Μελά
Αγγελιοφόρος, 16.01.2013
Μέσα στον χώρο του πρώην Στρατοπέδου Παύλου Μελά, θα μεταφρθούν κατά πάσα πιθανότητα τα σημαντικότατα μνημεία της βυζαντινής Θεσσαλονίκης, που αποκαλύφθηκαν μέσα στο σκάμμα του σταθμού «Βενιζέλου», στο πλαίσιο των ανασκαφών του Μετρό. Οι δύο βυζαντινοί δρόμοι που τέμνονται, ο λιθόστρωτος Cardo και ο μαρμαροστρωμένος Decumanus, ο οποίος ξεπερνά σε μήκος τα 75 μέτρα, με ορατά όχι μόνον τα αρχαία επισκευαστικά έργα που έγιναν με πλάκες από λατομείο του Χορτιάτη, αλλά και τα ίχνη των αμαξοτροχιών, θα μεταφερθούν. Το ίδιο και το τετράπυλο που βρέθηκε στη συμβολή των παραπάνω οδών, με τους οκτώ πεσσούς που το στήριζαν, καθώς και οι άλλοι έξι πεσσοί, πεσμένοι σήμερα, που όριζαν στεγασμένα πεζοδρόμια, το κτίριο με τη μνημειώδη είσοδο και τις επιστρωμένες μαρμάρινες πλάκες από δεύτερη χρήση -παρμένες από τον δρόμο ή άλλο οικοδόμημα-, οι βάσεις κιόνων, ο κεραμοσκεπής αποχετευτικός αγωγός, τα ίχνη από τα επιτραπέζια παιχνίδια πάνω στις μαρμάρινες πλάκες και γενικά όλα τα κατάλοιπα των οικοδομημάτων, που χρονολογούνται μεταξύ των τελών του 6ου και των αρχών του 7ου αιώνα.
Τα 6.000 τ. μ. του στρατοπέδου (από τα οποία τα 3.000 τ.μ. είναι στεγασμένοι και υμιυπαίθριοι χώροι και τα υπόλοιπα 3.000 τ.μ. υπαίθριοι) κρίνονται όχι μόνον επαρκή αλλά και τα πλέον κατάλληλα για την αποθήκευση και τη συντήρηση των αρχαιοτήτων που έχουν ήδη αποσπαστεί (τάφοι, οικοδομήματα, δεξαμενές κ.α.), κυρίως όμως για την έκθεση ολόκληρου του συγκροτήματος που αποκαλύφθηκε στο σημείο όπου θα κατασκευαστεί ο σταθμός «Βενιζέλου».
Όπως ανέφερε η Γενική Γραμματέας του ΥΠΠΟ, Λίνα Μενδώνη, αλλά και η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων Ευαγγελία Γερούση, η διατήρηση των αρχαιοτήτων στο σημείο εντοπισμού τους δεν είναι εφικτή, καθώς θα οδηγούσε στην κατάργηση του σταθμού -κάτι που δεν συζητείται–, η δε αποσπασματική τους διατήρηση θα ήταν αντιεπιστημονική.
«Οι εισηγήσεις των Εφορειών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας ήδη από το 1999 και κυρίως το 2006 προς το τότε ΥΠΕΧΩΔΕ και το ΥΠΠΟ, που προειδοποιούσαν για την παρουσία σημαντικών αρχαιοτήτων στη χάραξη της πορείας του μετρό και για τον κίνδυνο να αντιμετωπιστούν με την ελάχιστη δυνατή πρόνοια δεν εισακούστηκαν», επισήμανε μεταξύ άλλων η κ. Μενδώνη, εξηγώντας ότι η καθυστέρηση των έργων δεν οφείλεται σε καμία περίπτωση στους αρχαιολόγους.
Από τη μεριά του, ο σύμβουλος της εταιρείας Αττικό Μετρό σε θέματα Αρχαιολογικής Έρευνας, καθηγητής του ΑΠΘ και Ακαδημαϊκός Μιχάλης Τιβέριος, που παραβρέθηκε στη συνεδρίαση, τόνισε ότι κανένας από τους σταθμούς της Θεσσαλονίκης δεν μπορεί να μετακινηθεί ούτε μισό μέτρο από την αρχική του σχεδίαση, ενώ η αρχική συζήτηση με την εταιρεία για την επιτόπου διατήρηση των μνημείων γρήγορα απορρίφθηκε. «Δεν θα έπρεπε να γίνουν ούτε ο σταθμός «Βενιζέλου» ούτε της «Αγίας Σοφίας», η απόσταση των οποίων μεταξύ τους δεν είναι ούτε 400 μ. Έγιναν όμως και η κατάργησή τους δεν συζητιέται. Και καθώς μόνον τμηματικά θα μπορούσαμε να διατηρήσουμε in situ τις αρχαιότητες, η πιο ενδεδειγμένη λύση είναι να τις μεταφέρουμε στο σύνολό τους στο στρατόπεδο Παύλου Μελά», διευκρίνισε.
Μέλη του ΚΑΣ, δήλωσαν ότι αν και η επί τόπου διατήρηση των αρχαιοτήτων είναι η ιδανικότερη, καθώς η απομάκρυνσή τους από τον πολεοδομικό ιστό της βυζαντινής πόλης αφαιρεί μέρος της αξίας τους, δεδομένων των συνθηκών η λύση της μεταφοράς τους είναι η καλύτερη. Η παραπάνω πρόταση έχει ως πρότυπό της το αρχαιολογικό πάρκο της Πανεπιστημιούπολης Ζωγράφου, που υπό τη μορφή ανασκαφικού μουσείου φιλοξενεί τα σημαντικότερα τμήματα που αποσπάστηκαν από τις ανασκαφές της Λεωφόρου Αμαλίας και του Συντάγματος, οι οποίες έγιναν στο πλαίσιο των εργασιών για το μετρό της Αθήνας.
Επιπλέον, στη χτεσινή συνεδρίαση, τα μέλη του ΚΑΣ γνωμοδότησαν υπέρ της μη διατήρησης των αρχαίων καταλοίπων που αποκαλύφθηκαν στον σταθμό «Δημοκρατία» του μετρό Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για 21 ταφές, μεταξύ των οποίων 4 πυρές, 12 λακκοειδείς τάφοι και τρεις εγχυτρισμοί, καθώς και ένας ταφικός βωμός, μια επιτύμβια στήλη και κάποιοι λάκκοι πιθεώνα, που ανήκουν σε διάφορες χρονολογικές περιόδους, από τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια ως τον 3ο και 4ο μ. Χ. αιώνα. Ωστόσο, το πιο αξιοσημείωτο εύρημα των ανασκαφών, τα αποτυπώματα ανθρώπινων πελμάτων κα οπλών ζώων που σώζονται πάνω στο έδαφος, θα αποσπαστούν και θα μεταφερθούν.