Νέα ευρήματα σε Δίον και Θεσσαλονίκη
Της Βάσως Βεγίρη
Κτερίσματα τάφων ήρθαν στο φως στη θέση «Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός» της Θεσσαλονίκης.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,
Τριώροφη έπαυλη της ύστερης αρχαιότητας έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στο Δίον και παλιοχριστιανική εκκλησία και άλλα σημαντικά βυζαντινά ευρήματα στη Θεσσαλονίκη εντοπίστηκαν, επίσης, στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια των εργασιών κατασκευής του έργου του Μετρό όπως ανακοινώθηκε μεταξύ άλλων στο πλαίσιο της 23ης Επιστημονικής Συνάντησης για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη.
Σε ό,τι αφορά στο Δίον, η ανασκαφή έφερε στο φως τριώροφη έπαυλη, έκτασης 1.200 τετραγωνικών μέτρων. Η οικία εντοπίστηκε στο κέντρο της πόλης, απέναντι από την επισκοπική βασιλική του 4ου αιώνα μ.Χ., αναπτύσσεται σε τρεις ορόφους και έχει δωμάτια που οργανώνονται γύρω από μια περίστυλη αυλή. Μέχρι σήμερα έχουν έρθει στο φως τέσσερα δωμάτια, τμήμα της αυλής, καθώς και μια κτιστή κρήνη στο κέντρο της αυλής.
Όπως τόνισε ο καθηγητής του ΑΠΘ, Αριστοτέλης Μέντζος, το κτήριο πρέπει να χτίστηκε για πρώτη φορά γύρω στο 400 μ.Χ., ενώ έχει και μια επόμενη φάση ανοικοδόμησης στο τέλος των πρωτοβυζαντινών χρόνων (μετά τον 6ο αιώνα μ.Χ.). Η οικία φαίνεται ότι κατοικούνταν ως τον 7ο ή 8ο μ.Χ. αιώνα. Στην οικία δεν εντοπίστηκαν πολλά κινητά ευρήματα, καθώς πρέπει να λεηλατήθηκε συστηματικά ανά τους αιώνες. Από τα ευρήματα ξεχωρίζει λυχνάρι με παράσταση του Δανιήλ του τέλους του 5ου αιώνα μ.Χ.
Στο σταθμό του Συντριβανίου εντοπίστηκε τμήμα τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής.
Στη Θεσσαλονίκη, αντίστοιχα, σε χώρους κατασκευής του Μετρό, ανευρέθη παλαιοχριστιανική βασιλική μεγάλων διαστάσεων και σημαντικό κτήριο των υστεροβυζαντινών χρόνων. Συγκεκριμένα, σχεδόν σφηνωμένο στο νότιο τοίχο του σταθμού της Βενιζέλου αποκαλύφθηκε σημαντικό κτήριο με μακραίωνη χρήση. Η στιβαρή κατασκευή του και οι μνημειακές διαστάσεις του οδήγησαν τους αρχαιολόγους στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για σημαντικό κτήριο, χωρίς ωστόσο να μπορεί να καθοριστεί η χρήση του. Το κτήριο αποτελούνταν από ημιυπόγειους χώρους στεγασμένους με σταυροειδείς θόλους, που σε επόμενη φάση έγιναν υπόγειοι και η πρόσβαση σε αυτούς ήταν δυνατή με καταπακτή. Στον ανατολικό χώρο εντοπίστηκε θυραίο άνοιγμα και εκτιμάται ότι χρησιμοποιήθηκε από τα όψιμα υστεροβυζαντινά χρόνια μέχρι και το 18ο αιώνα.
Όπως τόνισε η προϊσταμένη της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Μελίνα Παϊσίδου, νόμισμα που εντοπίστηκε εντός του κτηρίου της εποχής του Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου ίσως να συνδέεται με την περίοδο της κατασκευής του κτίσματος. Επίσης, υποστήριξε ότι η συνέχιση της λειτουργίας του επί Τουρκοκρατίας μπορεί να συσχετιστεί και με τα παρακείμενα οθωμανικά μνημεία Μπεζεστένι και Χαμζά Μπέη Τζαμί.
Επίσης, στο σταθμό του Συντριβανίου εντοπίστηκε τμήμα τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής, πιθανότατα κοιμητηριακού χαρακτήρα. Από την ανασκαφή ήρθαν στο φως μεταξύ άλλων φράγμα πρεσβυτερίου, υπολείμματα σύνθρονου, βάση Αγίας Τράπεζας, δύο βάσεις δαπέδων και μαρμάρινες βάσεις κιόνων. Η 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων ανέσκαψε 30 μέτρα από το μήκος της βασιλικής, ωστόσο υπολογίζεται ότι το πραγματικό μήκος της είναι περισσότερα από 50 μέτρα.
Εξάλλου, η 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων προχώρησε στη δημιουργία ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων για την καταγραφή και επεξεργασία των κινητών ευρημάτων που εντοπίζονται κατά τη διάρκεια των εργασιών κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης. Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί στη βάση περισσότερα από 12.000 ευρήματα. Η βάση δεδομένων θα οδηγήσει στη δημιουργία ηλεκτρονικού βιβλίου που θα κυκλοφορήσει με το τέλος των ανασκαφών στους τόπους κατασκευής του Μετρό.