«ΕΜΦΥΛΙΟΣ» ΛΟΓΩ ΜΕΤΡΟ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΩΝ
Καρφίτσα, 16.02.2013
Του Βαγγέλη Στολάκη
ΣΤΟΝ «ΑΕΡΑ» ΤΟ ΕΡΓΟ ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΑΘΜΟ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Ευρεία σύσκεψη με την παρουσία του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Σχέσεων Στράτου Σιμόπουλου και τους προέδρους των παραγωγικών φορέων της πόλης συγκαλεί σήμερα το μεσημέρι η Αττικό Μετρό Α.Ε. με θέμα το μετρό και ειδικότερα το ζήτημα που προέκυψε με τα αρχαιολογικά ευρήματα στο σταθμό «Βενιζέλου». Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης είναι αντίθετοι στη μεταφορά των ευρημάτων στο στρατόπεδο Παύλου Μελά ή σε άλλο χώρο, όπως γνωμοδότησε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Από την πλευρά τους υπουργείο, έμποροι και καταστηματάρχες υποστηρίζουν πως η κατάργηση του εν λόγω σταθμού θα αποτελούσε την «ταφόπλακα» του έργου και αφήνουν να εννοηθεί πως εκατομμύρια ευρώ θα βρεθούν στον… αέρα!
Το Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης απευθύνει έκκληση προς πάσα κατεύθυνση, προκειμένου να απαιτήσουν από το υπουργείο Πολιτισμού, αλλά και από την Αττικό Μετρό να εξαντλήσουν κάθε τεχνική δυνατότητα, για να διατηρηθούν όσο το δυνατόν περισσότερες από τις αρχαιότητες, στο χώρο του σταθμού της Βενιζέλου. Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση του διοικητικού συμβουλίου «είναι έργο δαπανηρό, αν εκτελεστεί σωστά, και δεν εγγυάται ένα επιτυχές αποτέλεσμα. Επίσης, στερεί την πόλη από ένα θαυμάσιο αξιοθέατο μέσα στον ιστορικό της πυρήνα, το οποίο, με την ανάδειξη και την κατάλληλη εκμετάλλευσή του, μπορεί να αποβεί πόλος έλξης επισκεπτών και αιμοδότης εσόδων για το χειμαζόμενο εμπορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης». Τέλος, όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση του Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών του Α.Π.Θ. «η απόφαση της απομάκρυνσης και των τελευταίων αρχαίων που βρέθηκαν στο έργο προσβάλλει την ιστορική συνείδηση και την αγάπη των πολιτών για την πόλη τους».
Αντιδρούν οι Αρχαιολόγοι
Με ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων τάσσεται κατά της μεταφοράς των ευρημάτων στο στρατόπεδο Παύλου Μελά ή σε άλλο χώρο. Ζητεί την επανεξέταση της απόφασης για τη μεταφορά των αρχαιοτήτων στο στρατόπεδο Παύλου Μελά και την εξάντληση όλων των περιθωρίων ανεύρεσης τεχνικής λύσης για τη διατήρησή τους κατά χώραν ως επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου εντός του σταθμού Βενιζέλου. «Οι αρχαιότητες της Θεσσαλονίκης έχουν ήδη πληρώσει υπέρογκο τίμημα μέχρι σήμερα: όλη σχεδόν η εντός των τειχών πόλη ανοικοδομήθηκε μεταπολεμικά, χωρίς να πραγματοποιηθεί ανασκαφική έρευνα στα οικόπεδα των ιδιωτών, με ελάχιστες εξαιρέσεις» αναφέρει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και συμπληρώνει πως «η διέλευση του μετρό στον άξονα της σύγχρονης Εγνατίας είχε ως αποτέλεσμα να αποσπαστούν από την αρχική τους θέση και άλλα τμήματα της αρχαίας και βυζαντινής Θεσσαλονίκης, επειδή οι αρμόδιοι δεν έλαβαν υπόψη τους τις έγκαιρες προειδοποιήσεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας για την διέλευση της γραμμής από άλλο σημείο, ώστε και οι σημαντικές αρχαιότητες να διασωθούν και τυχόν καθυστερήσεις να αποφευχθούν. Αντιθέτως, υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια να «φορτωθούν» στις αρχαιολογικές έρευνες οι καθυστερήσεις και οι ανατιμήσεις των έργων, παρότι οι υπεύθυνοι γνώριζαν, πολύ πριν ξεκινήσει το έργο, τις δυσκολίες και παρότι είναι γνωστό ότι οι περισσότερες καθυστερήσεις οφείλονται σε τεχνικούς λόγους». Οι αρχαιολόγοι ζητούν επίσης να ανοίξει η ανασκαφή στο κοινό, για να επισκεφτούν το μοναδικό αυτό εύρημα οι πολίτες της Θεσσαλονίκης και κάθε ενδιαφερόμενος, προκειμένου να σχηματίσουν σαφή αντίληψη για το πόσο σημαντική είναι η διατήρησή του.
Για τις ανακαλύψεις στο σταθμό Βενιζέλου πραγματοποιήθηκε και σχετική σύσκεψη υπό τον πρύτανη του ΑΠΘ, Γιάννη Μυλόπουλο με αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ. Αποφασίστηκε να ζητηθεί από τα τμήματα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών, να γνωμοδοτήσουν, με βάση τα πορίσματα των αρχαιολογικών ερευνών και των τεχνικών στοιχείων και μελετών, σχετικά με τη καλύτερη δυνατή λύση στο θέμα αυτό, το οποίο αφορά τη Θεσσαλονίκη και την ιστορία της
Θέλει τα αρχαία ο Μπουτάρης
Το θέμα συζητήθηκε την περασμένη Δευτέρα στο δημοτικό συμβούλιο Θεσσαλονίκης, με το Γιάννη Μπουτάρη να δηλώνει κατηγορηματικά αντίθετος στο ενδεχόμενο μεταφοράς των ευρημάτων. «Δεν έχω καμία διάθεση να αφήσω στα εγγόνια μου τον χαρακτηρισμό ότι επί δημαρχίας Μπουτάρη διώχτηκαν τα αρχαία από την πόλη. Διότι ένα άγαλμα μπορεί να μεταφερθεί. Τι γίνεται όμως με αυτά τα αρχαία που απεικονίζουν μια πόλη κάτω από την πόλη»; Δήλωσε επίσης την πρόθεσή του να ζητήσει από τη διοίκηση της Αττικό Μετρό και τους αρχαιολόγους να γίνει μία ξενάγηση στα μέλη του δημοτικού συμβουλίου, ούτως ώστε τα μέλη να αποκτήσουν ιδίαν αντίληψη των αρχαιοτήτων που βρέθηκαν. «Γνωρίζω την απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου για μεταφορά των ευρημάτων στη Σταυρούπολη. Το θέμα όμως είναι πολύ σοβαρό και θέλει προσοχή. Δεν πιστεύω ότι δεν υπάρχουν τεχνικές λύσεις που να επιτρέπουν τη συνύπαρξη του Μετρό με τα αρχαία», κατέληξε ο δήμαρχος.
«Κίνδυνος για το έργο»
Από την πλευρά του ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Έργων, Στράτος Σιμόπουλος σε σχετική συνέντευξη τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλος της Αττικό Μετρό ΑΕ, Χρήστο Τσίτουρα υπογράμμισε πως «δεν υπάρχει τρόπος να μείνουν εκεί οι αρχαιότητες και να έχουμε μετρό το 2016-17. Δεν υπάρχει τεχνικός τρόπος, θα πάει χρόνια πίσω το έργο. Αν διατηρήσουμε τις αρχαιότητες στο σημείο, θα υπάρξει ανάγκη επιπλέον εκτεταμένων αρχαιολογικών ανασκαφών. Αν πάλι καταργήσουμε τον σταθμό, πρέπει να ανασχεδιαστούν όλοι οι σταθμοί στη δυτική πτέρυγα κι αυτό θα άλλαζε όλο τον σχεδιασμό. Έχουμε δώσει 100 εκατομμύρια και υπάρχει κίνδυνος να απενταχθεί το έργο» είπε χαρακτηριστικά. Μιλώντας για τις ανασκαφές σχολίασε: «Αν θέλουν να κάνουν ανασκαφές ας πάνε παρακάτω να σκάψουν και να βρουν την αρχαία Εγνατία. Το μετρό είναι κατασκευαστικό έργο, όχι αρχαιολογικό». «Βλέπω όλους τους επικεφαλής των δημοτικών παρατάξεων, ώστε αυτά τα οποία σας λέω να τους τα πω δια ζώσης, με χαρτιά και νούμερα, με τα πάντα. Ακριβώς συμμετέχω σ’ αυτό το διάλογο. Και αν χρειαστεί, θα μιλήσω και με τους 50 δημοτικούς συμβούλους» σημείωσε μεταξύ άλλων ο κ. Σιμόπουλος.
Στην παρουσίαση που έγινε στα γραφεία της Αττικό Μετρό στη Θεσσαλονίκη, ο καθηγητής Αρχαιολογίας και ειδικός σύμβουλος του έργου, Μιχάλης Τιβέριος,τόνισε ότι «δεν πρέπει να ξεχνάμε την σχετική ομόφωνη απόφαση του ΚΑΣ, για απόσπαση, μεταφορά και διατήρηση του συνόλου των αρχαιοτήτων, σε χώρους του στρατοπέδου «Παύλου Μελά» ή σε άλλο κατάλληλο σημείο».
Από την πλευρά του, ο αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος, Ποιότητας Ζωής και Ελευθέρων Χώρων Θεσσαλονίκης και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της «Αττικό Μετρό ΑΕ» Κωνσταντίνος Ζέρβας, υποστήριξε ότι «η πόλη δεν πρέπει να υποκύψει σε έναν ακόμη διχασμό ανάλογο εκείνου της υποθαλάσσιας αρτηρίας ή της διαμόρφωσης της πλατείας Διοικητηρίου». «Το έργο του Μετρό πρέπει να προχωρήσει στα πλαίσια της απόφασης του ΚΑΣ» συμπλήρωσε ο κ. Ζέρβας, ερχόμενος σε αντίθεση με το Γιάννη Μπουτάρη που δεν επιθυμεί τη μεταφορά των ευρημάτων.
Metro_NDΤο σταθμό Βενιζέλου επισκέφτηκε την περασμένη Πέμπτη, προκειμένου να ενημερωθεί για την πορεία των εργασιών και κλιμάκιο της Διοικούσας Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας νομού Θεσσαλονίκης, υπό το νέο πρόεδρο, Μηνά Σαμαντζίδη. «Ενημερωθήκαμε για την πορεία του έργου, αλλά και για τα εντυπωσιακά αρχαιολογικά ευρήματα που ήρθαν στο φως», δήλωσε ο κ. Σαμαντζίδης, ο οποίος υπογράμμισε ότι τα ευρήματα πρέπει να αναδειχθούν ως σύνολο και να ενταχθούν στον πολιτιστικό ιστό της Θεσσαλονίκης, όχι όμως σε βάρος του πολύπαθου μετρό, όπως χαρακτήρισε το έργο. «Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αποτελεί το θεσμοθετημένο όργανο της πολιτείας, το οποίο αποφασίζει για την τύχη των ευρημάτων. Σε κάθε περίπτωση, η πόλη δεν πρέπει να οδηγηθεί στο διχασμό», κατέληξε ο κ. Σαμαντζίδης.
Έμποροι και επιχειρηματίες
Σημειώνεται πως με επιστολή της και η Ομοσπονδία Επαγγελματιών και Εμπόρων Νομού Θεσσαλονίκης προς τους Γενικού Γραμματείς, Στράτο Σιμόπουλο και Νίκο Σταθόπουλο και το Γενικό Διευθυντή του Μετρό Θεσσαλονίκης κ. Γεώργιο Κωνσταντινίδη, ζητά την πραγματοποίηση σύσκεψης με τους παραγωγικούς και κοινωνικούς φορείς της πόλης, προκειμένου να ενημερωθούν για την πορεία του έργου και να ληφθούν σχετικές πρωτοβουλίες και αποφάσεις για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν περαιτέρω, ώστε το έργο να παραδοθεί άμεσα.